- φακελοποιία
- ηη τέχνη και η βιομηχανία φακέλων.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φακελοποιία — και εσφ. γρφ. φακελλοποιία, η, Ν η τέχνη και η βιομηχανία κατασκευής φακέλων. [ΕΤΥΜΟΛ. < φάκελος / φάκελλος + ποιία (< ποιός*). Ο τ. φακελλοποιία μαρτυρείται από το 1847 στον Γρ. Χαντσερή] … Dictionary of Greek